Βίος Αγίας Οσιοπαρθενομάρτυς Ευγενίας

Πρόλογος
Ἡ μελέτη τῶν βίων τῶν Ἁγίων ἐμπνέει ενθουσιασμό, σταθεροποιεί τήν πίστη στην ἁγιότητα καί τῆ δύναμη τῆς Πίστεως μᾷς, προτρέπει σε μιμήσῃ, διδάσκει, υψώνει στα οὐράνια, δημιουργεῖ ἀγία ἀτμόσφαιρα.

Τά θαυμαστά κατορθώματα τῶν ἁγίων φαίνονται ἀπίθανα, ὅταν ἐξετάζονται με τά ὅρια τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως, ἀλλά δέν εἷναι ἀπίθανα γία τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, γιατί Ἐκεῖνος ἐνισχύει τούς Ἁγίους. Ἡ μελέτη τῶν βίων τῶν Ἁγίων προκαλεῖ τά ὡραιότερα συναισθήματα, φέρνει δάκρυα κατανύξεως. Μᾷς κάνει νᾷ στεκόμαστε με θαυμασμό μπροστά στις θυσίες καί στην αυταπάρνηση τῶν μεγάλων αὑτῶν ἀνθρώπων καί νᾷ καταλαβαίνουμε τῆ μικρότητα μᾷς. Τό παράδειγμα τούς, ατίμητο διαμάντι, ἀκτινοβολεῖ πάντοτε στο δρόμο τῆς ζωῆς μᾷς. Καί τό ὄνομα τούς μόνο, όσες φορές τό προφέρουμε, γλυκαίνει τούς πόνους μᾷς καί μᾷς τονώνει.

Ὁποῖος μαθαίνει τις λεπτομέρειες τῆς ζωῆς τούς, ἐφοδιάζεται με φώς, που φωτίζει τό δρόμο τοῦ, προμηθεύεται Φτερά γία νᾷ πετά σε ὕψη, βάλσαμο ἀντλεῖ γία νᾷ γλυκαίνῃ τούς πόνους τοῦ.

Ἡ απεικόνιση τῶν θαρραλέων μορφῶν τῆς πίστεως μᾷς δίνει μεγάλη δύναμη καί μᾷς ἐνισχύει τήν εὐλάβεια καί τόν θαυμασμό μᾷς γία τό πως μορφώνει ἡ πίστη τόν αδύναμο άνθρωπο καί τόν κάνει ἥρωα, έτοιμο νᾷ θυσιαστῇ γία τήν δόξα τοῦ Θεοῦ!

Εὐγενική καταγωγή
Στα χρόνια τοῦ βασιλιά Κομμόδου στα 270 μ.Χ. ήταν στην Ἀλεξάνδρεια ἔνας πολύ πλούσιος ἔπαρχος καί ξακουστός ἄρχοντας, ὁ Φίλιππος.

Γυναῖκα τοῦ ήταν ἡ Κλαυδία, εἶχε δύο γιους καί μιᾷ κόρη, τήν Εὐγενία, που εἶχε εὐγένεια ψυχῆς καί ασύγκριτη ομορφιά ψυχῆς καί σώματος. Ὁ πατέρας τῆς εἶχε τήν εξoυσία ὁλοκληρῇς τῆς Αἰγύπτου. Αv καί ήταν εἰδωλολάτρης, κυβερνούσε δίκαια τό λαό τοῦ. Αγαπούσε τούς καλούς καί τιμωρούσε αὐστηρά τούς κακούς. Έδιωχνε ἀπ’ τήν ἐπαρχία τοῦ τούς μάντεις καί τούς Ἰουδαίους. Πολλούς τούς σκότωνε δίκαια, τούς χριστιανούς δέν τούς μισούσε, γιατί ήξερε ὅτι ήταν καλοί καί συνετοί, γι’ αὑτό τούς εκτιμoύσε. Ἀλλά σύμφωνα με τῆ διαταγή τοῦ βασιλιά, δέν τούς άφηνε νᾷ κατοικοῦν μέσα στην πολῇ, ἀλλά ἔξω ἀπό τό τεῖχος.

Ἐπιμελημένη μορφώσῃ
Ἡ Εὐγενία ήταν προικισμένη με πολλά προσόντα. Ήταν έξυπνη καί ἔμαθε ῥωμαϊκά καί ἑλληνικά, ήταν πολύ μορφωμένη στα δέκα πέντε τῆς χρόνια κί ὅλοι τῆ θαύμαζαν.

Ὁ ἔνδοξος ὕπατος Ακυλίνoς τῆ ζήτησε ἀπό τόν πατέρα τῆς σε γάμο. Ὅταν ὁ Φίλιππος τό ἀνάφερε στην κόρη τοῦ καί τῆ ρώτησε ἀν θέλει νᾷ γίνουν οἱ γάμοι τῆς, ἐκείνη απάντησε ὅτι θα ἤθελε νᾷ μείνει παρθένος καί Ν’ ἀφοσιωθῇ στῇ μαθήσῃ. Διάβαζε καί πολλά βιβλία τῶν χριστιανῶν, που τῆς ἐφαίνοντο ἀληθέστερα.

Φωτίζεται ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιον
Μιᾷ μέρα πέσανε στα χέρια τῆς οἱ επιστολές τοῦ αποστ. Παύλου. Τις διάβασε προσεκτικά καί συγκινήθηκε βαθειά, γιατί ήξερε ὅτι ἔνας εἷναι ὁ ἀληθινός Θεός που δημιούργησε όλο τόν κόσμο «ἐκ τοῦ μή ὄντος». Έτσι πίστεψε σ’ Αὑτόν, γιατί τήν φώτισε τό Άγιο Πνεῦμα. Δε φανέρωσε ὅμως τήν πίστη τῆς, γιατί φοβόταν. τούς γονεῖς τῆς, μόνο τούς παρακάλεσε νᾷ τήν αφήσουν νᾷ πάει ἔξω ἀπ’ τῆ πολῇ, νᾷ δεῖ τά χωρία τούς. Οἱ γονεῖς δέν υποψιάστηκαν τίποτε καί τῆς είπαν νᾷ πάει ὅπου θέλει.

Συνοδευμένη ἀπ’ τούς εὐνούχους, που ήξεραν κί αὐτοί Ἑλληνικά, γιατί ήταν παρόντες στα μαθήματα τῆς, ανέβηκε στην ἄμαξα καί πηγέ σ’ ἔνα τόπο ὅπου είχαν οἱ χριστιανοί ἐκκλησία καί έψαλλαν. Ὁ Πανάγαθος ἐπέτρεψε νᾷ λένε ἐκείνη τήν ὤρα τά λόγια τοῦ Προφήτῃ: «πάντες οἱ Θεοί τῶν ἐθνῶν δαιμόνια».

Ὅταν τά άκουσε αὑτά ἡ Εὐγενία αναστέναξε βαθιά καί εἶπε στούς εὐνούχους: «Αγαπημένοι ἀδελφοί, μόνο οἱ χριστιανοί ξέρουν τήν ἀλήθεια, ὅπως φαίνεται κί ἀπ’ τά βιβλία τούς, ἀλλά κυρίως ἀπ’ τῆ ζωή τούς, γι’ αὑτό Θέλω νᾷ γίνω χριστιανή κί ἀν ποθῆτε καί σεις τῆ σωτηρία σάς, ακολουθήστε με, δέν θα σάς ἔχω σάν δούλους, ἀλλ’ αγαπημένους μου ἀδελφούς. Θα έχομε ἔνα Πατέρα, τό Δημιουργό μᾷς. Τούς εἶπε πολλά ἀπ’ τό περίσσευμα τῆς καρδιᾷς τῆς, κί ἐκεῖνοι τῆς υποσχέθηκαν ὅτι δέν θα τήν απoxωριστoύγ ποτέ.

Ὅταν νύκτωσε, έφυγαν ἥσυχα. Οἱ δοῦλοι προπορεύονταν καί δέν κατάλαβαν, γιατί ήταν σκοτεινά ἤ γιατί ὁ Θεός τό ἐπέτρεψε, ὅτι ἐκεῖ ήταν ἔνα μοναστήρι, σ’ ἔνα ήσυχο τόπο, καί ἡ Εὐγενία εἶπε στούς εὐνούχους: «Ἔδω εἷναι συγκεντρωμένοι πολλοί χριστιανοί, κί ἔχουν ἔνα πολύ ενάρετο επίσκοπο, τόν Έλενο, καί ἔνα ηγούμενο γία νᾷ ὁδηγῇ τούς ἀδελφούς στην ὁδό τῆς σωτηρίας. Καί οἱ δύο έκαναν πολλά θαύματα, κανοῦν αγρυπνίες ολονύκτιες καί δοξάζουν τόν Πανάγαθο. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νᾷ μπει γυναῖκα. Κόψτε μου λοιπόν τά μαλλία, θα ντυθώ σάν ἄνδρας γία νᾷ μείνω στην ἀδελφότητα».

Οἱ δοῦλοι έκαναν ὅ,τι τούς εἶπε με χαρά.

Βαπτίσῃ καί αφιέρωση
Σε λίγο είδαν τόν επίσκοπο Έλενο που ερχόταν ἀπ’ τήν Ηλιούπολη με πολλούς χριστιανούς που έψαλλαν. Αὑτό αὔξανε τόν πόθο τῆς, γι’ αὑτό όκολούθησε τούς χριστιανούς στῇ Μονή. Ερώτησε δε κάποιον που τόν έλεγαν Ευτρόπιο: «Ποιός εἷναι ὁ σεβάσμιος αὑτός γέροντας που προπορεύεται;» Κί ἐκεῖνος τῆς απάντησε ὅτι ήταν ὁ ἁγιώτατος Ἕλενος που έκανε θαύματα καί πολλές φορές βάσταξε αναμμένα κάρβουνα στην ποδιά τοῦ, χωρίς νᾷ πάθει τίποτα.

Εκείνες τις μέρες παρουσιάστηκε κάποιος μάντης Ζαρέας κί ἔλεγε ὅτι ήταν ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, δάσκαλος καί εὐεργέτης τῶν ἀνθρώπων καί ὅτι ὁ Ἕλενος ήταν ψεύτης. Ὅταν τά ἔμαθε αὑτά ὁ Ἕλενος διέταξε Ν’ ανάψουν μεγάλη φωτιά καί εἶπε στόν Ζαρέα. «Ἆς μπούμε κί οἱ δύο μᾷς στῇ φωτιά, κί ὁποῖος δέν κάει, ἐκεῖνος θα εἷναι σταλμένος ἀπό τόν Θέο»: Κί ὁ Ζαρέας απάντησε: «Μπες εσύ πρῶτος». Ὁ Ἕλενος προσευχήθηκε καί μπήκε ἄφοβα μέσ’ τῆ φωτιά. στάθηκε ἀρκετή ὤρα χωρίς νᾷ κάει οὔτε μιᾷ τρίχα ἀπ’ τό κεφάλι τοῦ. Ὁ Ζαρέας φοβήθηκε ὅταν εἶδε τό θαῦμα καί ἤθελε νᾷ φύγει. Ἀλλ’ ὁ λαός τόν άρπαξε καί τόν έρριξε στις φλόγες. Εὐθύς άρχισε νᾷ καίεται καί νᾷ φωνάζει καί με δάκρυα νᾷ παρακαλεῖ. Τόν λυπήθηκε ὁ ἐπίσκοπος καί τόν έβγαλε μισοπεθαμένο καί ὁ λαός τόν ἐδίωξε ἔξω ἀπ’ τήν πολῇ.

Ὅταν τά άκουσε αὑτά ἡ Εὐγενία παρακάλεσε τόν Ευτρόπιο νᾷ πεῖ στόν Επίσκοπο νᾷ τούς δεχτεί στην ἀδελφότητα, νᾷ γίνουν καλόγεροι. Ὁ Ευτρόπιος δέχτηκε νᾷ μεσολαβήσει καί εἶπε στόν ευσεβέστατο Έλενο: «Τρεῖς ειδωλολάτρες, απαρνήθηκαν τά εἴδωλα καί σε παρακαλοῦν νᾷ τούς βαπτίσεις, γία νᾷ μείνουν σrην ποίμνη σου ὄλῃ τούς τῆ ζωή». Ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος απάντησε στην Εὐγενία: «Ὁ Κύριος νᾷ σε ἀξιώσει νᾷ νικήσεις τῆ φύσῃ σου, γιατί γία τήν ἀγάπη Τοῦ άλλαξες σχῆμα καί ὄνομα. Ὁ Πανάγαθος φροντίζει γία τῆ σωτηρία σου, προσπάθησε νᾷ δείξεις τήν εὐγένεια τῆς ψυχῆς σου, ὅπως μου αποκάλυψε ὁ Κύριος, γιατί ετοίμασες τόν ἑαυτό σου καθαρό δοχείο καί κράτησες τήν παρθενία τοῦ σώματος καί τῆς καρδιᾷς, άφησες τήν δόξα καί τά πλούτη γιατί πόθησες τήν αἰώνια αγαλλίαση».

Κατόπιν στράφηκε καί πρός τούς πιστούς δούλους καί τούς εἶπε: «Ὁ Πανάγαθος μου φανέρωσε καί γία σάς ὅτι εἴστε δοῦλοι ἀλλά ἐλεύθεροι στῇ ψυχή κί ὁ Χριστός σάς λέγει: δέν σάς καλῶ δούλους, ἀλλά φίλους. Εἴστε μακάριοι που δέν εμποδίσατε τήν κυρία σάς στόν καλό τῆς σκοπό, ἀλλά πρόθυμα τήν συνοδεύσατε, Γι’ αὑτό θα σάς ἀνταμείψει καί τούς τρεῖς ὁ Κύριος, στῇ Βασιλεία Τοῦ».

Αὑτά τούς εἶπε μυστικά, χωρίς νᾷ τ’ ἀκούσῃ κανείς καί τούς βάπτισε καί έγιναν καλόγεροι.

Ὅταν γύρισε ἡ ἄμαξα στο παλάτι, έτρεξαν ὅλοι νᾷ υποδεχθούν τήν Εὐγενία. Λυπήθηκαν παρά πολύ ὅταν δέν τήν βρήκαν κί έκλαιαν οἱ γονεῖς καί τ’ ἀδέλφια τῆς. Ὁλοκληρῇ ἡ Ἀλεξάνδρεια θρηνούσε. Ἔστειλαν παντού ἀνθρώπους γία νᾷ τήν βρουν. Ρωτούσαν ὅλους τούς γεωργούς, τούς μάντεις. Τότε σκέφτηκαν ὅτι οἱ Θεοί τήν ἁρπάξαν.

Ὑπόδειγμα μοναχοῦ
Ἀφοῦ ἔλαβε τό άγιο σχῆμα, ἡ Εὐγενία ήταν φωτεινό παράδειγμα στῇ Μονή. Πρώτη έμπαινε σ’ όλες τις ακολουθίες καί τελευταία έβγαινε. Εἶχε ἀγάπη γία ὅλους καί έκανε θαύματα, θεράπευε τούς ἀσθενεῖς. Ἀλλά καί οἱ δύο δοῦλοι αγωνίζονταν γία νᾷ τήν μιμηθούν.

Ὕστερα ἀπό τρία χρόνια ὁ ἡγούμενος πέθανε κί οἱ μοναχοί που ἐκτιμῆσαν τις αρετές τῆς Εὐγενίας, τήν παρακαλοῦσαν νᾷ γίνει ἐκείνη ἡγούμενος. Ἡ Ἀγία δέν τολμούσε νᾷ παρακούσει στην ἀδελφότητα καί προσευχόταν. Άνοιξε τό Ευαγγέλιο καί διάβασε τά λόγια τοῦ Κυρίου που ἀπεύθυνε στούς Ἀποστόλους: «Ὁποῖος θέλει νᾷ εἷναι πρῶτος, ἆς γίνει μικρότερος καί πάντων διάκονος».

Δέχτηκε λοιπόν, ἀλλά εξακολουθούσε νᾷ κάνει τις ευτελέστερες υπηρεσίες: κουβαλούσε νερό, σκούπιζε τῆ Μονή, έκοβε ξύλα. Κυβερνούσε ὅμως τήν ἀδελφότητα θαυμάσια. Εἷναι αδύνατο νᾷ περιγράψουμε τούς θεαρέστους ἀγῶνες τῆς. Ὁ μισόκαλος διάβολος ὅμως τήν φθόνησε. Τήν συκοφαντῆσαν στόν έπαρχο κί ἐκεῖνος θύμωσε παρά πολύ καί διέταξε νᾷ φέρουν δεμένους ὀχί μόνο τόν ηγούμενο, ἀλλά καί ὅλους τούς ἀδελφούς τῆς Μονῆς που ήταν τρακόσιοι καί τούς φυλάκισαν ώσπου νᾷ βγάλει ἀποφάσῃ νᾷ τούς θανατώσουν. Μαζεύτηκαν ἀπό παντού ἄνδρες καί γυναῖκες γία νᾷ παραβρεθούν στα βασανιστήρια τούς.

Άδικη κατηγορία
Ὅταν ἦλθε ἡ ορισμένη ὤρα καί ήταν ὅλοι στο θέατρο, έφεραν καί τόν ηγούμενο αλυσοδεμένο καί ὅλοι φώναζαν ὅτι εἷναι ἄξιος θανάτου. Ἑτοιμάσαν τά ἄγρια θηρία, τούς τροχούς, τῆ φωτιά κί ἄλλα φρικτά βασανιστήρια.

Τότε λέγει ὁ ἔπαρχος πολύ θυμωμένα στόν ηγούμενο: «Τέτοιες αισχρές πράξεις σάς παραγγέλλει ὁ Χριστός σάς νᾷ κάνετε; Τι ψυχή καί τί καρδιᾷ εἶχες, νᾷ μπεις στο σπίτι μιᾶς τιμίας γυναῖκας σάν πνευματικός, γιατρός τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί προσπάθησες νᾷ εκμεταλλευτείς τήν απόλυτη ἐμπιστοσύνη που σου εἶχε;» Ἡ Ὁσία με πολλή σεμνότητα καί αξιοπρέπεια απάντησε: «Ὀχί, ὁ Πανάγαθος Θεός μου δέν διατάζει τέτοιες ανίερες πράξεις, ἀλλ’ απεναντίας νομοθετεῖ ὑψηλά καί θεάρεστα. Δέν ἔπρεπε, ἔπαρχε, νᾷ πιστέψεις τήν συκοφαντία τόσο εὔκολα, οὔτε νᾷ βγάλεις ἀμέσως τήν ἀποφάσῃ, ἀλλά πρῶτα Ν’ ἀκούσεις καί τά δύο μέρη γία Ν’ αποφασίσεις δίκαια. Πρίν ἀπολογηθῶ σε παρακαλῶ πολύ νᾷ μου κάνεις μιᾷ χαρῇ. Ἀν ἐγώ ἔσφαλα πραγματικά, ὅπως με κατηγοροῦν, νᾷ με τιμωρήσεις ἀνάλογα. Ἀν ὅμως ἀποδειχθῇ ψεύτικη ἡ συκοφαντία νᾷ μή τιμωρήσεις τήν κατήγορό μου, γιατί ὁ νόμος μᾷς μᾷς προτρέπει νᾷ μήν ανταποδίδομε κακό ἀντί κακοῦ, ἀλλά νᾷ ευεργετούμε αὑτούς που μᾷς πικραίνουν καί μᾷς ἀδικοῦν. Νᾷ μου υποσχεθείς αὑτό που σου ζητῶ καί θα σου φανερώσω τήν ἀλήθεια».

Ὁ ἔπαρχος υποσχέθηκε με όρκο ὅτι θα φανεῖ συνεπής. Τότε ἡ Εὐγενία στράφηκε πρός τήν κατηγορό τῆς καί τῆς εἶπε: «Μελάνθια, μπορείς νᾷ ξεγελάσεις τούς ἀνθρώπους, ἀλλά θα μπορέσεις νᾷ πεις ψέματα καί στόν Πανάγαθο Θέο, που τιμωρεῖ τούς συκοφάντες καί φανερώνει τήν ἀλήθεια; Δέν ἔχεις τύψεις γιατί γία τήν κακή σου ἐπιθυμία θα σκοτωθούν τόσοι ἀθῷοι;»

Ἀλλ’ ἡ Μελάνθια δέν μετάνοιωσε καθόλου, οὔτε φοβήθηκε τό δίκαιο Θέο, ἀλλά ἔφερε μιᾷ δούλη τῆς ψευδομάρτυρα, που βεβαίωσε ὅ,τι εἶπε ἡ κυρία τῆς. Ὁ ἔπαρχος οργίσθηκε περισσότερo καί εἶπε στην Εὐγενία: «Αδιάντροπη, τι ἔχεις νᾷ πεις γία τις τόσες κατηγορίες που άκουσες;»

Ὅταν εἶδε ἡ Ἀγία ὅτι ὅλοι πίστευαν τά λόγια τῆς Μελανθίας καί θα θανάτωναν ἄδικα τόσους δικαίους ασκητές, καθώς σκεπτόταν καί τήν κατηγορία στο άγιο σχῆμα τῶν μοναχῶν, εἶπε: «Καιρός εἷναι νᾷ φανερωθεί ἡ ἀλήθεια. Μάρτυς μου ὁ Θεός, ὅτι ἐγώ είχα πόθο νᾷ ὑπομείνω τόν πειρασμό αὑτό μέχρι τέλους καί νᾷ μή ὁμολογήσω τήν ἀλήθεια γία νᾷ πάρῳ τό στεφάνι τῆς ὑπομονῆς ἀπό τόν Χριστό τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἀλλά γία νᾷ μή συκοφαντηθεί τό άγιο σχῆμα, θα ὁμολογήσω ἐκεῖνο, που κανείς δέν ξεύρει παρά μόνο ὁ Κύριος».

«Εἷμαι ἡ θυγατέρα σου Εὐγενία»

Τόσει εἷναι εἰ δυνάμει τοῦ Χριστοῦ, ὥστε καί πολλές γυναῖκες νίκεισαν τεΐν αδύνατει γυναικεία τούς φύσει, γία νᾷ πολεμήσουν τόν πονηρό καί Ν’ αποφύγουν τις ενέδρες τοῦ στόν κόσμο.

Ἔπειτα λέγει στόν έπαρχο Φίλιππο: «Μάθε ὅτι εἷμαι εἰ θυγατέρα σου Εὐγενία, εἷσαι ὁ πατέρας μου καί ἡ γυναῖκα σου Κλαυδία εἷναι εἰ μητέρα μου. Τά ἀδέλφια μου εἷναι ὁ Αβίτας καί ὁ Σέργιος, αὐτοί δε εἷναι οἱ εὐνοῦχοι Πρωτάς καί Υάκινθoς που θέλεισαν νᾷ με ακολουθήσουν ὁλοπρόθυμα καί απαρνήθηκαν τά πάντα καί σάς τούς ἀγαπητούς μου γονεῖς γία τεΐν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ μᾷς.

«Ἔνας εἷναι ἀληθινός Θεός, ὁ Χριστός»

Τότε οἱ Χριστιανοί που ήταν ἐκεῖ γία νᾷ θάψουν τά λείψανα τῶν Ὁσίων, που θα θανάτωναν οἱ ειδωλολάτρες, ὅταν ἄκουσαν τήν ὁμολογία αὑτῇ έψαλλαν μ’ ὄλῃ τῆ δύναμη τῆς ψυχῆς τούς «Τις Θεός μέγας, ὡς ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ ἀνακαλύπτων ἀπόκρυφα καί τούς σοφούς διά τῆς ἰδίας αὑτῶν πανουργίας καταισχύνων;»

Πολλοί ειδωλολάτρες πίστεψαν στο Χριστό. Έγινε μεγάλη γιορτή καί πανήγυρις γιατί βαπτίστηκε καί ὁ ἔπαρχος ὁ ἴδιος κί έδωσε διαταγή νᾷ κατοικοῦν οἱ χριστιανοί ἀνεμπόδιστα μέσα στην πολῇ, νᾷ ἔχουν ναούς καί τά εἰσοδήματα που είχαν πρίν. Έτσι οἱ χριστιανοί αφέθηκαν ἐλεύθεροι καί άνθισε ἡ εὐσέβεια στην Ἀλεξάνδρεια.

Ὁ ἐχθρός ὅμως τῆς ἀληθείας φθόνησε καί παρακίνησε μερικούς ειδωλολάτρες τῆς πόλεως νᾷ διαβαλοῦν τό Φίλιππο στούς Βασιλεῖς. Πήγαν στῇ Ῥώμη καί είπαν: «Ὁ ἔπαρχος τῆς Ἀλεξανδρείας, Φίλιππος, ἐνῶ δέκα χρόνια κυβερνούσε καλά τό λαό, τώρα δε ξέρουμε τι ἔπαθε καί αρνήθηκε τούς μεγάλους θεούς, γία νᾷ προσκυνήσει αὑτόν που σταυρῶσαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἐκτιμᾷ πιο πολύ τούς χριστιανούς παρά ἐμάς που λατρεύουμε τούς πατροπαραδότους θεούς, έτσι κινδυνεύει, νᾷ χαθεί ἡ θρησκεία μᾷς, ἀν δέν προλάβετε ἀμέσως». Ὅταν τά άκουσε αὑτά ὁ βασιλιάς ἔγραψε στο Φίλιππο. «Ὁ Αὔγουστος, που ξέρει ὅτι σέβεσαι τούς Θεούς σου χάρισε τήν ἐξουσία καί σε τιμούσε σάν βασιλέα μᾶλλον ἤ σάν έπαρχο, νᾷ ἐξουσιάζεις ὄλῃ τήν Αίγυπτο καί ἐμεῖς σε στερεώσαμε, διδόντας σου μεγαλυτέρα τιμή. Ἀλλά αὑτά τά ἀξιώματα στα δώσαμε νᾷ τά ἔχεις, ενόσω ήσουν φίλος τῶν Θεῶν, τώρα που ακούσαμε ὅτι αρνήθηκες τούς Θεούς καί τούς περιφρονεῖς καί σε μᾷς παράκουσες, σε διατάσσουμε λοιπόν ἤ νᾷ τιμάς τούς Θεούς ὅπως πρίν ἤ θα σου αφαιρεθεί κάθε ἐξουσία καθώς καί τά πλούτη σου».

Ὁ Φίλιππος χειροτονεῖται ἐπίσκοπος
Ὅταν τά διάβασε αὑτά ὁ Φίλιππος πούλησε ὄλα τοῦ τά ὑπάρχοντα καί έδωσε τά μισά στούς φτωχούς καί τά ἄλλα μισά στην ἐκκλησία καί τά μοναστήρια. Ήταν πολύ μορφωμένος καί εὐσεβέστατος, γι’ αὑτό ὅλοι οἱ χριστιανοί τῆς Ἀλεξανδρείας ζητῆσαν νᾷ χειροτονηθεί ἐπίσκοπος.

Μαρτυρικός θάνατος τοῦ Φιλίππου
Τότε οἱ βασιλεῖς ἔστειλαν ἄλλον έπαρχο, τόν Τερέντιον, καί τοῦ είπαν ἀν μπορέσει νᾷ σκοτώσει κρυφά τόν Φίλιππο. Μόλις πηρέ τήν ἐξουσία ὁ Τερέντιος, έδωσε χρήματα σε μερικούς ἀνθρώπους, νᾷ προσποιηθούν ὅτι εἷναι χριστιανοί καί νᾷ τόν σκοτώσουν. Ἐκεῖνοι λοιπόν μπήκαν στο ναό καί τόν ἔσφαξαν τήν ὤρα που προσευχόταν.

Ὁ ἔπαρχος φοβήθηκε νᾷ μή τόν σκοτώσει ὁ λαός, γι’ αὑτό φυλάκισε τούς φονιάδες, γία νᾷ φανεῖ ὅτι δέν έφταιξε ὁ ἴδιος. Ὕστερα ὅμως ἀπό λίγο ήλθαν βασιλικά γράμματα καί τούς ελευθέρωσε. Ὁ μακάριος Φίλιππος ἔζησε μετά τόν τραυματισμό τοῦ τρεῖς μέρες, ὅμως παρακάλεσε τόν Πανάγαθο, νᾷ στερεώσει περισσότερο στην Πίστη τούς ἀρχαρίους καί κατόπιν παράδωσε τήν ἀγία τοῦ ψυχή στο Θέο. Ἔζησε μετά τῆ χειροτονία τοῦ ἔνα χρόνο καί τρεῖς μῆνες καί τόν ἔθαψαν στην ἐκκλησία που ὁ ἴδιος εἶχε κτίσει. Ἡ μακαρία Κλαυδία ἔκτισε ἐκεῖ κοντά ξενοδοχείο καί αφιέρωσε πολλά χρήματα γία νᾷ περιποιοῦνται τούς ἀσθενεῖς καί νᾷ φιλοξενοῦν τούς ξένους. Κατόπιν πηγέ με τά παιδιά τῆς στην πατρίδα.

Οἱ Ῥωμαῖοι τούς υποδέχτηκαν με τιμές καί ἀναδεῖξαν τόν Αβίτα ανθύπατο τῆς Καρθαγένης καί τό Σέργιο βικάριο τῆς Ἀφρικῆς. Ἡ Κλαυδία με τήν Εὐγενία, τόν Πρωτά καί τόν Υάκινθο ἔμειναν σπίτι τούς, καί ζούσαν ἐνάρετα με προσευχή καί νηστεία. Οἱ κόρες τῶν ἀρχόντων πήγαιναν στην Εὐγενία καί τις συμβούλευε καί πολλές ἀπ’ αυτές οδήγησε με τῆ χαρῇ τοῦ Θεοῦ στῇ σωτηρία.

Τό Άγιο Πνεῦμα ἑλκύει ψυχές
Ἡ Βασίλλα που ήταν μιᾷ πολύ όμορφη κοπέλα ἀπό βασιλικό γένος, επιθυμούσε παρά πολύ νᾷ γνωρίσει τήν Εὐγενία, γιατί άκουσε νᾷ γίνεται λόγος γία τήν ἀγία τῆς ζωή καί γιατί ἤθελε πολύ νᾷ γίνει χριστιανή. Οἱ δικοί τῆς που κάτι κατάλαβαν τήν φρουροῦσαν καί δέν τήν άφηναν νᾷ βγει ἀπ’ τό σπίτι τῆς, ώσπου νᾷ τήν παντρέψουν μ’ ἔνα σπουδαίο αρχοντόπουλο. Γι’ αὑτό ἔστειλε κρυφά γράμμα στην Εὐγενία με πιστό τῆς δούλο καί τήν θερμοπαρακαλούσε νᾷ τῆς στείλει γραπτῶς τά κυριότερα ἄρθρα τῆς Πίστεως. Ἡ Εὐγενία που ήξερε ὅτι ἡ Βασίλλα θα μπορούσε νᾷ κατηχηθεί καλλίτερα με ζῶσα φωνή τῆς ἔστειλε, σάν έμψυχο γράμμα ἤ σάν δώρο, τόν Πρωτά καί Υάκινθο γία νᾷ τήν καθοδηγήσουν στην πίστη τοῦ Χριστοῦ μᾷς. Ἡ Βασίλλα τούς δέχτηκε ὁλοπρόθυμα. Ὅταν ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ῥώμης ἔμαθε τόν πόθο τῆς νᾷ γίνει χριστιανή, πηγέ τεΐ νύκτα κρυφά καί τεΐν αξίωσε τοῦ ἀγίου Βαπτίσματος.

Έτσι ἡ Βασίλλα καί ἡ Εὐγενία συνδέθηκαν με χριστιανική φιλία. Πόσες κοπέλες ἡ Βασίλλα καί ἡ Εὐγενία, καί πόσες χῆρες ἡ σεμνή Κλαυδία, καί πόσους ἄνδρες οἱ Πρωτάς καί Ὑάκινθος έφεραν στόν Χριστό με τῆ χαρῇ τού Παναγίου Πνεύματος! ..

Τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου
Ἐκεῖνο τόν καιρό έγιναν βασιλεῖς οἱ Βαλλεριανός καί Γαλλιηνός που ἐκίνησαν μεγάλο διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν. Δέν τολμούσε νᾷ παρουσιαστή ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κορνήλιος καί κοινωνούσε κρυφά τήν Βασίλλα καί τήν Εὐγενία. Ἔπειτα λέγει ἡ Εὐγενία: «Αγαπημένη μου ἀδελφή, μάθε ὅτι σε λίγες μέρες θα λάβεις τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου». Καί ἡ Βασίλλα τῆς εἶπε: «Χθές αποκάλυψε σε μένα τήν ἀνάξια, ὁ Δεσπότης μᾷς Χριστός, ὅτι ἔχει ετοιμασμένα δύο στεφάνια, τό ἔνα γία τούς πολλούς ἀγῶνες καί κινδύνους που πέρασες στην Αίγυπτο, καί τό ἄλλο γία τό μαρτυρικό θάνατο που θα λάβεις ἔδω στην πατρίδα σου γία τήν ἀγάπη Τοῦ». Αὑτά είπαν κί αποχαιρετίστηκαν με θερμά δάκρυα.

Μιᾷ δούλη τῆς Βασίλλας εἶπε στόν Πομπήιο ὅτι ἡ Βασίλλα καί ὁ θεῖος τῆς Ἕλενος έγιναν χριστιανοί ἀπό τήν Εὐγενία, που τούς ἔστειλε δύο εὐνούχους. Τότε ὁ Πομπήιος θύμωσε καί πηγέ στούς βασιλεῖς που διέταξαν τῆ Βασίλλα καί τήν Εὐγενία ἤ νᾷ θυσιάσουν στούς θεούς ἤ νᾷ θανατωθούν ὅλοι οἱ χριστιανοί με διάφορα βασανιστήρια.

Προτεῖναν στην Βασίλλα νᾷ πάρει τόν Πομπήιο ἄνδρα τῆς. Τότε ἡ ἐκλεκτή νύμφη τοῦ Χριστοῦ εἶπε ἀποφασιστικά. «Ἐγώ νυμφεύτηκα τό Βασιλιά καί Δημιουργό μου». Αὐτοί τῆς ἀπέκοψαν τήν τιμία τῆς κεφαλή καί έτσι παρέδωσε τήν ὡραία ψυχή τῆς στα χέρια τοῦ Παναγάθου Θεοῦ.

Κατόπιν πήραν οἱ δήμιοι τόν Πρωτά καί Υάκινθο καί τούς πήγαν διά τῆς βίας στο ναό τοῦ Διός γία νᾷ θυσιάσουν. Κί ἐνῶ προσηύχοντο στόν αληθινό Θέο, ἔπεσε τό είδωλο μπροστά τούς κί ἔσπασε. Τότε διέταξε ὁ ἔπαρχος νᾷ κόψουν τά κεφάλια τούς. Ἦλθε ἡ σειρά τῆς Εὐγενίας. Τότε διέταξε ὁ ἔπαρχος νᾷ τήν πάνε στο ναό τῆς Άρτεμης, Ν’ ἀκολουθεῖ καί ὁ δήμιος με τό σπαθί, καί ἀν δέν προσκυνήσει νᾷ τῆ θανατώσει.

Ὅταν μπήκε στο ναό ἡ Εὐγενία προσευχήθηκε θερμά. «Πανάγαθε Θεέ με αξίωσες νᾷ γίνω νύμφη τοῦ Μονογενοῦς σου Υἱοῦ, ἆς εἷναι δοξασμένο τό Ἅγιον Σου ὄνομα». Τότε έγινε σεισμός, τό είδωλο τῆς Άρτεμης ἔσπασε. Ὅλοι ἀποροῦσαν. Τότε διέταξε ὁ βασιλιάς νᾷ δέσουν στόν λαιμό τῆς Ἀγίας μιᾷ μεγάλη πέτρα καί νᾷ τήν ρίξουν στόν Τίβερη. Ὅταν τήν έριξαν, ἡ πέτρα λύθηκε κί ἡ Ἀγία περιπατούσε πάνῳ στα νερά ὅπως κάποτε ὁ ἀπόστολος Πέτρος. Τότε τήν έριξαν σε αναμμένη κάμινο, ἀλλά ἄδικα κοπίαζαν. έχασε ἡ φωτιά τήν φυσική τῆς δύναμη καί τήν δρόσιζε.

Ὁ Βασιλιάς τῶν Ἀγγέλων ἐπισκέπτεται τήν Ἀγία
Μή ξέρovτες οἱ ἀσεβεῖς με ποιο τρόπο νᾷ τήν θανατώσουν, τήν έβαλαν σε βαθειά καί σκοτεινή φυλακή ώσπου νᾷ πεθάνει ἀπ’ τήν πείνα, αγνοώντας ὅτι μαζί τῆς ήταν ὁ Κύριος τοῦ Φωτός. Γι αὑτό τό λόγο ὁλοκληρῇ ἡ φυλακή ἔλαμπε κί οἱ ἄγγελοι τήν έφερναν τροφή ἀπό τόν ουρανό. Ἦλθε καί αὑτός ὁ βασιλιάς τῶν Ἀγγέλων νᾷ τήν επισκεφθεί καί τῆς εἶπε: «Εὐγενία, ἐγώ ὑπέμεινα σταυρικό θάνατο γία σένα, ὅπως καί σύ γία ἀγάπη μου ὑπομένεις τόσα βασανιστήρια. Θα έλθεις στῇ βασιλεία μου τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία γεννήθηκα». Πραγματικά. Οἱ ἀσεβεῖς ἔστειλαν τό δήμιο καί τήν ἔσφαξε μέσα στῇ φυλακή στις 25 Δεκεμβρίου.

Ἐπειδή ἡ μητέρα τῆς ἔκλαιε, τῆς παρουσιάστηκε με τόση λαμπρότητα ὥστε δέν μπορούσε νᾷ τῆ δεῖ. Ήταν μάλιστα κί άλλες παρθένες στῇ συνοδεία τῆς, καί ἡ Ἀγία λέγει στῇ μητέρα τῆς: «Γιατί κλαΐς, ἀντί νᾷ χαίρεσαι που βρίσκομαι με τούς ἁγίους μάρτυρας καί με τόν πατέρα μου Φίλιππον. Σε λίγες μέρες θα έλθεις καί σύ κοντά μᾷς. Συμβούλεψε τούς ἀδελφούς μου νᾷ φυλάξουν τήν πίστη τούς στο Λυτρωτή μᾷς, γία νᾷ σώσουν αὐτοί τῆ ψυχή τούς».

Ὅταν τά άκουσε αὑτά ἡ μητέρα τῆς εἶδε τούς ἁγίους ἀγγέλους που συνόδευαν τήν Εὐγενία, χάρηκε παρά πολύ, κί ευχαρίστησε ὁλόψυχα τό Χριστό. Μοίρασε τήν περιουσία τῆς στούς φτωχούς κί εκοιμήθει ἐν Κυρίῳ.

Τήν μνήμην τῆς Ἀγίας Εὐγενίας, ὅπως καί τῆς Ἀγίας Βασίλλας, τοῦ Ἀγίου Μάρτυρος Φιλίππου, πατρός τῆς Ἀγίας Εὐγενίας καί τῶν Ἁγίων Πρωτά καί Ὑακίνθου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μᾷς στις 24 Δεκεμβρίου.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΙΔΡΥΜΑ «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ»

Πηγή