Δέκα Εντολές

Ἡ παράδοση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ στὸν μεταπτωτικὸ ἄνθρωπο εἶναι κατὰ κάποιον τρόπο «φανέρωση» τῆς Θεότητάς Του πρὶν ἀπὸ τὴν Σάρκωση. Γιατὶ οἱ ἐντολὲς δὲν ἀποτελοῦν ἁπλῶς ἕνα νομικὸ κώδικα – πρὸς τὸν ὁποῖον ὅταν συμμορφωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ποὺ δουλεύει στὸ «παρὰ φύσιν» θὰ ἀμοιφθεῖ μὲ τὴν σωτηρία- σὰν ἐξωτερικὴ ἐπιβράβευση τοῦ ἀγώνα του ἀλλὰ ἀποτελοῦν «προβολὴ τῆς Αἰωνιότητας στὸ γήινο ἐπίπεδο». Γι᾿ αὐτὸ ὁδηγοῦν στὴν κάθαρση καὶ «διὰ τῆς κοινωνίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» στὴ «θεία μετουσία».

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, κατὰ συνέπεια, δὲν εἶναι ἕνα εὐσεβιστικὸ καὶ ἠθικὸ κιγκλίδωμα ποὺ καλεῖται νὰ ἀσφαλίζει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ συμμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀγωγός της ζωῆς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Ἀρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σαχάρωφ)

Πρωτότυπο κείμενο (Ἔξοδος Κ´, 1-18)

1 Καὶ ἐλάλησε Κύριος πάντας τοὺς λόγους τούτους λέγων· 2 ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, ὅστις ἐξήγαγόν σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας. 3 οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ. 4 οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς. 5 οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς, οὐδὲ μὴ λατρεύσεις αὐτοῖς· ἐγὼ γάρ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, Θεὸς ζηλωτής, ἀποδιδοὺς ἁμαρτίας πατέρων ἐπὶ τέκνα, ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς τοῖς μισοῦσί με 6 καὶ ποιῶν ἔλεος εἰς χιλιάδας τοῖς ἀγαπῶσί με καὶ τοῖς φυλάσσουσι τὰ προστάγματά μου. 7 οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ· οὐ γὰρ μὴ καθαρίσῃ Κύριος ὁ Θεός σου τὸν λαμβάνοντα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐπὶ ματαίῳ. 8 μνήσθητι τὴν ἡμέρα τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν. 9 ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· 10 τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου· οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον, σὺ καὶ ὁ υἱός σου καὶ ἡ θυγάτηρ σου, ὁ παῖς σου καὶ ἡ παιδίσκη σου, ὁ βοῦς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου καὶ πᾶν κτῆνός σου καὶ ὁ προσήλυτος ὁ παροικῶν ἐν σοί. 11 ἐν γὰρ ἓξ ἡμέραις ἐποίησε Κύριος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς καὶ κατέπαυσε τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ· διὰ τοῦτο εὐλόγησε Κύριος τὴν ἡμέραν τὴν ἑβδόμην καὶ ἡγίασεν αὐτήν. 12 τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι. 13 οὐ μοιχεύσεις. 14 οὐ κλέψεις. 15 οὐ φονεύσεις. 16 οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ. 17 οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου. οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου οὔτε τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ οὔτε τὸν παῖδα αὐτοῦ οὔτε τὴν παιδίσκην αὐτοῦ οὔτε τοῦ βοὸς αὐτοῦ οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ οὔτε παντὸς κτήνους αὐτοῦ οὔτε ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστί.

Δέκα Εντολές

1. Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, οὐκ ἔσονται σοὶ θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ.

2. Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς.

3. Οὐ λήψει τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ.

4. Ἓξ ἡμέρας ἔργα καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου. Τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου.

5. Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς.

6. Οὐ μοιχεύσεις.

7. Οὐ κλέψεις.

8. Οὐ φονεύσεις.

9. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ.

10. Οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι.

Ἑρμηνεία

Κείμενο: Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (14ος αἰ.)
Ἀπόδοση στὴ νεοελληνικὴ γλώσσα: Χριστόδουλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος
Ἔκδοση: Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν.

1.Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, οὐκ ἔσονται σοὶ θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ.

Ἕνας Κύριος εἶναι ὁ Κύριος ὁ Θεός σου, Αὐτὸς ποὺ φανερώνεται (μὲ τρία πρόσωπα, δηλ.) σὰν Πατέρας καὶ σὰν Υἱὸς καὶ σὰν Ἅγιο Πνεῦμα. Σὰν Πατέρας μὲν ἀγέννητος, σὰν Υἱὸς δὲ γεννητὸς (μέν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ πάλι) χωρὶς ἀρχή, καὶ πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο, καὶ χωρὶς νὰ πάθει καμμία ἀλλοίωση, σὰν Λόγος (τοῦ Θεοῦ Πατρός). Αὐτὸς δὲ ὀνομάζεται Χριστός, γιατὶ ἔχρισε (δηλ. ἁγίασε) μὲ τὸ νὰ ἀναλάβει ὁ ἴδιος τὸ δικό μας (ἀνθρώπινο) εἶδος. Καὶ σὰν Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ καὶ Αὐτὸ προέρχεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ὄχι γιατὶ γεννήθηκε ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀλλὰ γιατὶ Αὐτὸς Τὸ στέλνει. Αὐτὸς μόνο εἶναι Θεός. Καὶ μάλιστα ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ ἕνας Κύριος, ποὺ ἐμφανίζεται μὲ τρεῖς ὑποστάσεις. (Εἶναι ἕνας καὶ μοναδικὸς ὁ Θεὸς αὐτός, ποὺ) δὲν διαιρεῖται κατὰ τὴν φύση, τὴ θέληση, τὴν σκέψη, τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια, καὶ ὅλα γενικῶς τὰ γνωρίσματα τῆς Θεότητας. Αὐτὸν (λοιπὸν τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό) μόνο θὰ (πρέπει νὰ) λατρεύσεις μὲ ὅλη τὴν δύναμη ποὺ ἔχει ὁ νοῦς σου, καὶ μὲ ὅλο τὸ πλάτος τῆς καρδιᾶς σου καὶ μὲ ὅλη τὴν πληρότητα τῆς δυνάμεώς σου. Καὶ ὅλα ὅσα (ὁ Θεός σου) λέει καὶ ἐντέλλεται, (θὰ πρέπει) νὰ εἶναι πάντοτε νωπὰ μέσα στὴν καρδιά σου, ὥστε νὰ ἐφαρμόζεις καὶ νὰ ἐντρυφᾶς μέσα σὲ αὐτὰ καὶ νὰ ὁμιλεῖς μὲ βάση αὐτὰ (σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις τῆς ζωῆς σου, δηλαδή) καὶ ὅταν κάθεσαι (κάπου καὶ δὲν μετακινεῖσαι), καὶ ὅταν βαδίζεις (γιὰ νὰ πᾶς ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος στὸ ἄλλο), καὶ ὅταν εἶσαι πεσμάνος στὸ κρεββάτι, κι ὅταν εἶσαι ὄρθιος. Καὶ (θὰ πρέπει ἀκόμα) νὰ ἐνθυμεῖσαι πάντοτε (δηλαδὴ ἀδιαλείπτως καὶ χωρὶς διακοπὴ) τὸν Κύριο τὸ Θεό σου καὶ Αὐτὸν μόνο νὰ φοβᾶσαι (μὲ τὸν Ἅγιο φόβο τοῦ Θεοῦ), καὶ νὰ μὴν λησμονήσεις ποτὲ οὔτε Αὐτὸν οὔτε τὶς ἐντολές Του. Γιατὶ (μόνο) ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δώσει τὴν δύναμη (ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη) γιὰ νὰ ἐφαρμόζεις (στὴν ζωή σου) τὸ (ἅγιο) θέλημά Του. Γιατὶ (ὁ Θεός, ποὺ δὲν ἔχει κανενὸς τὴν ἀνάγκη) τίποτε ἄλλο δὲν σοῦ ζητεῖ παρὰ μόνον νὰ Τὸν φοβᾶσαι καὶ νὰ Τὸν ἀγαπᾶς (γιατὶ Αὐτὸς ἀκριβῶς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ συμβαδίζει μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς Αὐτόν) καὶ νὰ ἀκολουθεῖς τὸν δρόμο Του ποὺ Αὐτὸς θέλει (πράγμα ποὺ εἶναι ἡ φυσικὴ συνέπεια τῶν ἄλλων). Αὐτὸς θὰ εἶναι τὸ καύχημά σου καὶ Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ Θεός σου. (Πρόσεξε) μήπως ἀκούγοντας τίποτα σχετικὸ μὲ τὴν (ἠθική) ἀπάθεια τῶν ἀγγέλων καὶ μὲ τὴν ἰδιότητά τους νὰ εἶναι ἀόρατοι, ἢ γιὰ τὴν μεγάλη (κι ἐκπληκτική) πονηρία τοῦ (διαβόλου, πού) ἐκπέσοντος ἀπὸ τὸ ὕψος τὸ ἀγγελικό, καὶ γιὰ τὴν (μεγάλη του) ἐπινοητικότητα καὶ ἐξυπνάδα καὶ εὐστροφία γιὰ κάθε πλάνη, ἐξ αἰτίας ὅλων αὐτῶν ἀποδόσεις σὲ κάποιο ἀπὸ αὐτὰ (τὰ πνεύματα-ἀγαθὰ ἢ πονηρά) τιμὴ ποὺ ἀνήκει στὸν Θεό. (Πρόσεξε) μήπως ἀτενίζοντας τὸ μεγάλο μέγεθος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὴν ποικιλία τῆς κινήσεως τῶν οὐράνιων σωμάτων, τὴν λαμπρότητα τοῦ ἥλιου, τὸ γλυκὸ φῶς τῆς σελήνης, τὴν ὄμορφη διαύγεια τῶν ἄλλων ἀστέρων, τὴ χρησιμότητα τοῦ ἀέρα (καὶ τὴν ἀναγκαιότητά του) γιὰ τὴν ἀναπνοή, καὶ τῆς θαλάσσης ἢ τῆς γῆς τὶς ἀνεξάντλητες προσφορές, καὶ (συνηπαρμένος ἀπὸ τὰ φαινόμενα τοῦτα τὰ λαμπρά) θεοποιήσεις κανένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ κτίσματα. Γιατὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι κατὰ τρόπο δουλικὸ ταγμένα στὸν μόνο Θεὸ καὶ δημιουργήματα δικά Του, ποὺ ἔλαβαν ὀντότητα ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς ἀνυπαρξίας ποὺ ἦσαν, μὲ μόνο τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ (ὅπως λέγει ἡ Γραφή) Αὐτὸς (ὁ Θεός) ἁπλῶς εἶπε καὶ ἔγιναν (ὅλα ὅσα βλέπουμε καὶ δὲν βλέπουμε), Αὐτὸς διέταξε καὶ ἐδημιουργήθησαν. Αὐτὸν λοιπὸν τὸν Κύριο καὶ δημιουργό της κτήσεως πρέπει νὰ τιμήσεις (μὲ λατρεία) σὰν μόνο Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἀγάπη νὰ ἑνωθεῖς μαζί Του, καὶ μέρα καὶ νύκτα ἀπὸ Αὐτὸν νὰ ζητᾶς συγχώρεση γιὰ τὰ θεληματικά σου καὶ ἀθέλητα παραπτώματα. Γιατὶ Αὐτὸς (ὁ μεγαλοδύναμος Κύριος) εἶναι (ταυτόχρονα) γεμάτος ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία καὶ μακροθυμία καὶ πολὺ ἔλεος, καὶ κάνει αἰώνια τὸ καλὸ (τὸ ἀγαθό)…

2.Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς.

Δὲν θὰ (πρέπει) νὰ κατασκευάσεις κανένα ὁμοίωμα κάποιου πράγματος ἀπὸ ὅσα βρίσκονται ἐπάνω στὸν οὐρανὸ καὶ κάτω στὴν γῆ καὶ μέσα στὴν θάλασσα, μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς ἀποδώσεις λατρεία καὶ δόξα ὅμοια μὲ ἐκείνη ποὺ ἁρμόζει στὸ Θεό. Καὶ τοῦτο, γιατὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι δημιούργημα τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ Θεοῦ, πού, ἀφοῦ τώρα τελευταῖα ἐπῆρε σάρκα γεννηθεὶς ἀπὸ παρθενικὴ γαστέρα, παρουσιάστηκε στὴν γῆ καὶ ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἀφοῦ πρῶτα ὑπέστη πάθος γιὰ χάρη τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπέθανε καὶ ἀναστήθηκε, ἀνέβηκε ψηλὰ στοὺς οὐρανοὺς μὲ σῶμα κι ἐκάθησε στὰ δεξιά του θρόνου τῆς μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ, στὰ ψηλὰ οὐράνια σκηνώματα. Μὲ τὸ σῶμα δὲ αὐτὸ πρόκειται νὰ ξαναρθεῖ στὴ γῆ, μέσα σὲ δόξα λαμπρή, γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ πεθαμένους. Αὐτοῦ λοιπὸν (τοῦ Θεοῦ), ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας, νὰ κατασκευάσεις τὴν εἰκόνα σὲ ἔνδειξη τῆς ἀγάπης σου γι᾿ Αὐτόν, καὶ νὰ Τὸν θυμᾶσαι βλέποντας τὴν εἰκόνα, καὶ νὰ Τὸν προσκυνᾶς προσκυνώντας τὴν εἰκόνα. Ἐπίσης ἡ εἰκόνα θὰ σὲ βοηθᾶ νὰ στρέψεις τὸ νοῦ σου στὸ ἄξιο προσκυνήσεως σῶμα τοῦ Σωτῆρος, ποὺ τώρα βρίσκεται ψηλὰ στὸν οὐρανὸ στὰ δεξιά του Πατρός. Ἐπίσης (θὰ πρέπει) νὰ κατασκευάσεις εἰκόνες καὶ γιὰ τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ τὶς προσκυνᾶς, ὄχι βέβαια σὰν Θεούς, γιατὶ αὐτὸ ἀπαγορεύεται, ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξεις μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὴν σχέση ποὺ ἐσὺ (σὰν θνητὸς ἄνθρωπος) ἔχεις μὲ αὐτοὺς (ποὺ ἦσαν σὰν καὶ ἐσένα ἄνθρωποι), καὶ τὴν διάθεση νὰ τοὺς τιμήσεις μὲ ἐξαιρετικὴ τιμή, πρᾶγμα ποὺ θὰ κάνει τὸ νοῦ σου νὰ πηγαίνει διὰ μέσου τῆς εἰκόνος στοὺς (εἰκονιζομένους) Ἁγίους. Ἔτσι θὰ μιμηθεῖς καὶ τὸν Μωυσῆ, ποὺ ἔφτιαξε τὶς εἰκόνες τῶν Χερουβὶμ μέσα στὰ Ἅγια. Ἔπειτα (μὴν ξεχνᾶς ὅτι) καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἦταν (σὰν μία κάποια) εἰκόνα αὐτῶν ποὺ ἦταν στὰ οὐράνια. Καὶ (μέσα στὴν σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου) τὸ ἅγιο κοσμικὸ εἰκόνιζε ὅλο τὸν κόσμο, καὶ (ὅμως παρὰ ταῦτα) ὁ Μωυσῆς ὅλα αὐτὰ τὰ ὀνόμασε ἅγια, γιατὶ μὲ τοῦτο δὲν εἶχε σκοπὸ νὰ ἀποδώσει δόξα στὰ κτίσματα, ἀλλὰ διὰ μέσου αὐτῶν στὸν δημιουργό του κόσμου Θεό. Καὶ ἐσὺ λοιπὸν δὲν (θὰ πρέπει) νὰ θεοποιήσεις τὶς εἰκόνες (σὰν ὑλικὸ κατασκεύασμα) τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων. Ἀλλὰ διὰ μέσου αὐτῶν (καὶ μὲ τὴν βοήθειά τους) θὰ (πρέπει νά) προσκυνήσεις (λατρευτικῶς) Αὐτῶν ποὺ μᾶς ἔπλασε πρῶτα κατ᾿ εἰκόνα δική του, καὶ ἔπειτα δέχτηκε ἀπὸ μεγάλη καὶ ἄπειρη ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο νὰ λάβει τὴν εἰκόνα μας τὴν ἀνθρώπινη (δηλ. νὰ παρουσιαστεῖ μὲ ἀνθρώπινη μορφή, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτό) νὰ γίνει ἀντικείμενο ἀπεικονίσεως καὶ περιγραφῆς. Θὰ πρέπει δὲ νὰ μὴν περιοριστεῖς μόνο στὴν προσκύνηση τῆς θείας εἰκόνος, ἀλλὰ νὰ ἐπεκτείνης αὐτὴν καὶ στὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Γιατὶ ὁ σταυρὸς εἶναι πολὺ μεγάλο σημεῖο καὶ δεῖγμα τῆς νίκης τῆς ὁλοκληρωτικῆς τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ ὅλης τῆς ἐχθρικῆς γιὰ μᾶς παρατάξεώς του…

3.Οὐ λήψει τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ.

Μὴ πάρεις στὸ στόμα σου γιὰ τὸ τίποτε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου (καὶ μὴν ὁρκισθεῖς ποτέ) εἴτε γιὰ ὑπόθεση γήινη, εἴτε ἀπὸ φόβο μὴ πάθεις τίποτε κακὸ ἀπὸ κανένα ἄνθρωπο, ἢ ἀπὸ ντροπή, ἢ γιὰ νὰ κερδίσεις προσωπικὸ ὄφελος, ὁρκιζόμενος ψεύτικα, γιατὶ ἡ παράβαση τοῦ ὅρκου σημαίνει ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ νὰ μὴν ὁρκίζεσαι ποτέ, ἀλλὰ νὰ ἀποφεύγεις ὁλοσδιόλου τὸν ὅρκο, γιατὶ ἀπὸ τὸν ὅρκο προέρχεται καὶ ἡ παράβαση τοῦ ὅρκου, ποὺ ἀπομακρύνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ συγκαταλέγει μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς τὸν ἐπίορκο. Ὅταν λὲς πάντοτε τὴν ἀλήθεια, τότε δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ ὁρκίζεσαι, γιατὶ τὰ (ἀληθινὰ πάντοτε) λόγια σου θὰ εἶναι σὰν ὅρκος (καὶ θὰ καθιστοῦν περιττὴ κάθε ἄλλη βεβαίωση μὲ ὅρκο). Ἂν ὅμως συμβεῖ καμμιὰ φορὰ καὶ ὁρκισθεῖς, πρᾶγμα ποὺ μακάρι ποτὲ νὰ μὴν γίνει, ἐὰν μὲν δώσεις τὸν ὅρκο γιὰ κάτι τί σύμφωνο μὲ τὸν Θεῖο Νόμο, τότε θὰ πρέπει νὰ ἐκτελέσεις τὸ νόμιμο αὐτό, ἀλλὰ ἐν συνεχείᾳ θὰ πρέπει νὰ ζητήσεις ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου εὐθύνες ἐπειδὴ ἔδωσε ὅρκο, φροντίζοντας μὲ ἐλεημοσύνη, δέηση καὶ πένθος καὶ σκληραγωγία τοῦ σώματος νὰ ἐξιλεώσεις τὸν Χριστὸ ποὺ εἶπε νὰ μὴν ὁρκίζεσαι. Ἐὰν δὲ ἔδωσες ὅρκο γιὰ πρᾶγμα παράνομο, πρόσεξε μήπως ἐξ αἰτίας τοῦ ὅρκου ἐκτελέσεις παράνομη πράξη, γιὰ νὰ μὴν συγκαταριθμηθεῖς κι ἐσὺ μαζὶ μὲ τὸν Προφητοκτόνο Ἡρώδη. Ἀφοῦ δὲ ἀθετήσεις καὶ παραβεῖς τὸν παράνομο τοῦτο ὅρκο, βάλε κανόνα στὸν ἑαυτό σου νὰ μὴν ξαναορκισθεῖ, καὶ φρόντισε νὰ ἐξιλεωθεῖς ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιώντας μὲ περισσότερη μέριμνα τὰ φάρμακα ποὺ εἴπαμε προηγουμένως, μαζὶ μὲ δάκρυα.

4. Ἓξ ἡμέρας ἔργα καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου. Τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου.

Μιὰ μέρα τῆς ἑβδομάδος, ποὺ ὀνομάζεται Κυριακή, ἐπειδὴ εἶναι ἀφιερωμένη εἰς τὸν Κύριο, γιατὶ τὴν ἡμέρα τούτη ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν καὶ (μὲ τὸν τρόπο αὐτό) μᾶς ἔκανε γνωστὴ καὶ βέβαιη τὴν κοινὴ ἀνάσταση, κατ᾿ αὐτὴ θὰ πρέπει κάθε γήινο ἔργο νὰ σταματήσει. Τούτη λοιπὸν τὴν ἡμέρα νὰ τὴν ἁγιάσεις καὶ νὰ μὴν κάνεις κανένα ἔργο βιοτικό, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀπαραίτητα, καὶ νὰ δώσεις τὴν εὐκαιρία σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶναι δικοί σου ἢ σὲ ὑπηρετοῦν νὰ ξεκουραστοῦν, ὥστε ὅλοι μαζὶ νὰ δοξάσετε Ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὸ νὰ θανατωθεῖ μας ἔκανε δικούς του καὶ ἀναστήθηκε καὶ ἀνέστησε μαζὶ τὴν δική μας φύση. Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ νὰ θυμηθεῖς τὴν μέλλουσα ζωή, καὶ νὰ περάσεις τὸν καιρό σου μελετώντας τὶς ἐντολὲς καὶ τὰ δικαιώματα τοῦ Κυρίου καὶ ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό σου γιὰ νὰ ἐξακριβώσεις μήπως παρέβης κάτι τί ἢ παράλειψες, ὥστε νὰ διορθώσεις σὲ ὅλα τὸν ἑαυτό σου. Ἐπίσης, τὴν ἡμέρα αὐτὴ νὰ περάσεις πολλὲς ὧρες μέσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ παρακολουθώντας τὶς ἱερὲς (λατρευτικὲς) συνάξεις ποὺ τελοῦνται ἐκεῖ, καὶ νὰ κοινωνήσεις μὲ εἰλικρινὴ πίστη καὶ μὲ ἥσυχη συνείδηση τὸ Ἅγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ κάνεις ἀρχὴ γιὰ μία ζωὴ περισσότερο σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ ξεκαινουργώσεις τὸν ἑαυτό σου καὶ νὰ τὸν ἑτοιμάσεις γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τῶν μελλοντικῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Γι᾿ αὐτὰ πρέπει νὰ μὴν κάνεις καταχρήσεις οὔτε τὶς ἄλλες ἡμέρες. Τὴ δὲ Κυριακὴ πρέπει ἀπὸ ὅλα νὰ ἀπέχεις, ἀφοῦ μένεις κοντὰ στὸν Θεό, κάνοντας μόνον τὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα ἔργα κι ἐκεῖνα ποὺ χωρὶς αὐτὰ δὲν μπορεῖς νὰ ζήσεις. Ἔτσι μὲ τὸ νὰ ἔχεις τὸν Θεὸ σὰν τόπο γιὰ νὰ καταφύγεις, δὲν θὰ πᾶς ἀλλοῦ πουθενά. Καὶ δὲν θὰ ὑποστεῖς τὴν πύρωση ποὺ φέρνει ἡ φλόγα τῶν παθῶν, καὶ δὲν θὰ σηκώσεις (στὸν ὦμο σου) τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Μὲ τὸν τρόπο δὲ αὐτὸ θὰ ἁγιάσεις τὴν (πρώτη αὐτή) ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, (δηλ. μὲ τὸ νὰ τιμᾶς αὐτή) παραμένοντας μακριὰ ἀπὸ κάθε τί κακό. Αὐτὰ δὲ ποὺ εἴπαμε, νὰ τὰ ἐφαρμόσεις καὶ στὶς μεγάλες ἑορτές, πράττοντας τὰ ἴδια (τὰ παραπάνω) καὶ ἀπέχοντας πάλι ἀπὸ ὅσα προηγουμένως εἴπαμε.

5. Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς.

Νὰ σέβεσαι τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, γιατὶ ὁ Θεός – χρησιμοποιώντας σὰν ὄργανα αὐτοὺς – σὲ ἔφερε στὴν ζωή, καὶ αὐτοὶ εἶναι γιὰ σένα ἔπειτα ἀπὸ τὸν Θεὸ αἴτιοι τῆς ὑπάρξεώς σου. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ἐσύ, ἔπειτα ἀπὸ τὸν Θεὸ αὐτοὺς καὶ νὰ τιμήσεις καὶ νὰ ἀγαπήσεις, ἂν βέβαια ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς γονεῖς βοηθάει τὴν πρὸς Θεὸ ἀγάπη. Ἂν ὅμως δὲν βοηθάει, τότε νὰ φύγεις ἀμέσως μακριὰ ἀπὸ αὐτούς…
Πρέπει νὰ σέβεσαι καὶ νὰ ἀγαπᾶς αὐτοὺς ποὺ γιὰ σένα γίνηκαν πνευματικοὶ πατέρες. Γιατὶ αὐτοὶ ἐσένα σὲ ἔφεραν ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς (ἁπλῆς) ὑπάρξεως, στὴν κατάσταση (τῆς κατὰ Θεόν) ὑπάρξεως καὶ σοῦ μετέδωσαν τὸν φωτισμὸ τῆς (θείας) γνώσεως καὶ σοῦ δίδαξαν τὴν φανέρωση τῆς ἀλήθειας καὶ σὲ ἀναγέννησαν μὲ τὸ λουτρὸ τῆς παλιγγενεσίας καὶ σοῦ φύτεψαν μέσα σου τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀθανασία (τῆς ψυχῆς) καὶ γιὰ τὴν ἀδιάδοχη βασιλεία καὶ κληρονομία (τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν) καὶ σὲ ἔκαναν, ἀπὸ ἀνάξιο ποὺ ἤσουνα, ἄξιο τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν, καὶ ἀπὸ ἐπίγειο (σὲ ἀντικατέστησαν) οὐράνιο, καὶ ἀπὸ πρόσκαιρο, αἰώνιο καὶ υἱὸ μαθητείας (παρὰ τοὺς πόδας) ὄχι ἀνθρώπου πιά, ἀλλὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ποὺ σοῦ χάρισε τὸ πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας. Αὐτὸς μάλιστα εἶπε: «Μὴν ὀνομάσετε κανένα ἄνθρωπο πατέρα ἢ καθηγητή, γιατὶ ἕνας εἶναι ὁ πατέρας καὶ καθηγητής σας, ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ ὀφείλεις κάθε τιμὴ καὶ ἀγάπη στοὺς πνευματικοὺς πατέρες, ἔχοντας τὴν συναίσθηση πὼς ἡ τιμὴ ποὺ δίνεις σὲ αὐτοὺς πηγαίνει στὸν Χριστὸ καὶ στὸ Πανάγιο Πνεῦμα, μέσα στὸ Ὁποῖο ἔλαβε τὴν υἱοθεσία, καὶ στὸν ἐπουράνιο Πατέρα, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο πηγάζει κάθε πατριὰ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ. Πρέπει δὲ νὰ φροντίσεις σὲ ὅλο τὸν βίο νὰ ἔχεις ἕνα πνευματικὸ πατέρα, καὶ νὰ τοῦ ἐξομολογῆσαι κάθε σου ἁμάρτημα καὶ κάθε λογισμὸ ἢ νὰ παίρνεις ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν θεραπεία καὶ τὴν συγχώρεση. Γιατὶ σ᾿ αὐτὸν (δηλ. τὸν πνευματικὸ πατέρα) δόθηκε (ἀπὸ τὸν Κύριο ἡ ἐξουσία) νὰ συγχωρεῖ ἢ νὰ μὴν συγχωρεῖ ἁμαρτίες (δηλ. νὰ ἐλευθερώνει ἢ ὄχι ψυχές). Ὅλα ὅσα δὲν συγχωρήσουν στὴ γῆ, θὰ μείνουν ἀσυγχώρητα (καὶ) στὸν οὐρανό. Καὶ ὅλα ὅσα συγχωρήσουν στὴ γῆ, θὰ συγχωρεθοῦν (καί) στὸν οὐρανό.
Αὐτὴ δὲ τὴ χάρη καὶ τὴν δύναμη τὴν ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπακοῦς σὲ αὐτοὺς καὶ νὰ μὴν ἔχεις ἀντίθετη μὲ αὐτοὺς γνώμη, γιὰ νὰ μὴν φέρεις τὴν καταστροφὴ στὴν ψυχή σου. Γιατὶ ἂν ἐκεῖνος ποὺ ἀντιμιλάει στοὺς σαρκικούς του γονεῖς, σὲ πράγματα ποὺ δὲν ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, τιμωρεῖται – σύμφωνα μὲ τὸν νόμο (τοῦ Μωϋσέως)- μὲ θάνατον, πὼς εἶναι δυνατὸν ἐκεῖνος ποὺ ἀντιμιλάει στοὺς πνευματικοὺς πατέρες νὰ μὴν δίωχνει μακριὰ τοῦ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴν χάνει τὴν ψυχή του; Γι᾿ αὐτὸ νὰ συμβουλεύεσαι καὶ νὰ ὑπακοῦς μέχρι τέλους στοὺς πνευματικοὺς πατέρες, γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ψυχή σου καὶ νὰ γίνεις κληρονόμος τῶν αἰωνίων καὶ ἀκηράτων ἀγαθῶν.

6. Οὐ μοιχεύσεις.

Νὰ μὴν πορνεύσεις, γιὰ νὰ μὴν καταντήσεις νὰ γίνεις ἀπὸ μέλος Χριστοῦ μέλος πόρνης, καὶ (ἔτσι) ἀποκοπεῖς ἀπὸ τὸ θεῖο σῶμα (σὰν σάπιο μέλος) καὶ χάσεις τὴν Θεία κληρονομιὰ καὶ ριχθεῖς στὴν γέενα (τοῦ πυρός). Γιατὶ (ὅπως λέει ὁ νόμος) ἐὰν ἡ θυγατέρα ἱερέως ποῦ συλληφθεῖ νὰ πορνεύεται, ὑπομένει τὴν τιμωρία τὸν θάνατο διὰ πυρᾶς, ἐπειδὴ (μὲ τὴν πράξη της) τὸν πατέρα (της) ἐντρόπιασε, πόσο μεγαλύτερη τιμωρία ἀξίζει ὅποιος τέτοια βρωμιὰ κάνει στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Σὺ μὲν λοιπόν, ἂν μπορεῖς, ἐφάρμοσε (στὴν ζωή σου) τὴν παρθενία, γιὰ νὰ μπορέσεις νὰ ἀφιερωθεῖς ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Θεὸ καὶ μὲ τέλεια ἀγάπη σὲ Αὐτὸν νὰ προσκολληθεῖς, μένοντας κοντά Του σὲ ὅλη σου τὴν ζωὴ καὶ φροντίζοντας ἀποκλειστικὰ πάντοτε (νὰ κάνεις) ὅτι ἀρέσει στὸν Κύριο, καὶ (ἔτσι) ἀπὸ τώρα ἐξασφαλίζοντας τὴν μέλλουσα ζωὴ καὶ ζωντας κάτω στὴν γῆ σὰν Ἄγγελος Θεοῦ. Γιατὶ αὐτῶν (δηλαδὴ τῶν Ἀγγέλων) γνώρισμα εἶναι ἡ παρθενία, καὶ γίνεται ὅμοιος μὲ αὐτούς, -ἂν καὶ ἔχει σῶμα- ὅσο τοῦτο εἶναι δυνατόν, ὅποιος ἀκολουθεῖ τὴν παρθενία…
Ἂν πάλι προτιμήσεις νὰ ἀκολουθήσεις τὴν (κατὰ Χριστόν) παρθενικὴ ζωὴ καὶ δὲν ἔχεις δώσει τέτοια ὑπόσχεση στὸν Θεό, τότε σου ἐπιτρέπεται νὰ πάρεις μία γυναίκα σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Κυρίου, καὶ μόνο μὲ αὐτὴν νὰ κατοικεῖς καὶ νὰ μὴν τὴν θεωρεῖς σὰν δικό σου σκεῦος πρὸς σκοπὸ ἁγιασμοῦ, ἀπέχοντας μὲ ὅλη σου τὴν δύναμη ἀπὸ ξένες γυναῖκες. Θὰ μπορέσεις δὲ τελείως νὰ ἀποφεύγεις αὐτές, ἂν προσέξεις τὶς ἄκαιρες (καὶ ψυχικὰ ἐπικίνδυνες) συναντήσεις καὶ συζητήσεις μαζί τους, καὶ (φρόντιζε) νὰ μὴν σοῦ ἀρέσουν τὰ πορνικὰ λόγια καὶ ἀκούσματα, καὶ νὰ διώχνεις τὰ μάτια τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς σου ἀπὸ πάνω τοὺς ὅσο σου εἶναι τοῦτο δυνατό, καὶ συνήθιζε νὰ μὴν ρίχνεις βλέμματα ἐμπαθῆ καὶ περίεργα πάνω στὴν ὀμορφιὰ τῶν προσώπων. Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ κυττάζει μιὰ γυναίκα μὲ κακὴ πρόθεση καὶ ἐπιθυμία, ἤδη (ὅπως λέει ὁ Κύριος) εἶναι σὰν νὰ ἔκανε μαζί της τὴν κακὴ πράξι (τῆς μοιχείας ἢ πορνείας), καὶ ἔτσι ἔχει γίνει ἀκάθαρτος μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Χριστοῦ ποὺ βλέπει (τὰ κρυπτά) στὶς καρδιές. Ἀπὸ τὸ σημεῖο δὲ αὐτὸ (τῆς ψυχικῆς ἁμαρτίας, ὁ ἄνθρωπος) ὁ ταλαίπωρος, καταντάει καὶ στὸ νὰ διαπράξει καὶ τὴ σωματικὴ ἁμαρτία. Ἀλλὰ τί μιλάω (μόνο) γιὰ τὶς βρωμιὲς τῆς πορνείας καὶ τῆς μοιχείας καὶ ὅλες τὶς ἄλλες τέτοιες ποῦ ἐνεργοῦνται κατὰ φύση; Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ὅταν μὲ περιέργεια κοιτάει τὰ ὄμορφα πρόσωπα, σέρνεται ἀκόλαστα καὶ στὶς παρὰ φύση (σαρκικὲς ἁμαρτίες καί) ἀσέλγειες. Σὺ λοιπόν, ἅμα κόψεις ἀπὸ πάνω σου τὶς πικρὲς ρίζες (τῆς ἁμαρτίας), δὲν θὰ δοκιμάσεις τοὺς καρπούς (της) ἀλλὰ θὰ φέρεις ἀντιθέτως τὸν καρπὸ τῆς ἁγνότητας καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ ποὺ ἔρχεται μαζί της, χωρὶς τὸν ὁποῖο κανεὶς δὲν πρόκειται νὰ ἰδεῖ τὸν Κύριο.

7. Οὐ κλέψεις.

Νὰ μὴν κλέψεις, γιὰ νὰ μὴν σοῦ δώσει πολὺ μεγαλύτερη τιμωρία ὁ γνωρίζων τὰ κρύφια (Θεός), ἐπειδὴ Τὸν περιφρόνησες. Μᾶλλον πρέπει ἀπ᾿ ὅτι ἔχεις, κρυφὰ νὰ δίνεις σὲ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, γιὰ νὰ πάρεις ἑκατονταπλασίονα καὶ νὰ κληρονομήσεις ζωὴ αἰώνια στὸν μέλλοντα αἰῶνα ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ βλέπει τὰ κρυφά.

8. Οὐ φονεύσεις.

Νὰ μὴν φονεύσεις, γιὰ νὰ μὴν ἐκπέσεις ἀπὸ (τὴν χάρη) τῆς υἱοθεσίας ποὺ σοῦ ἔδωσε Ἐκεῖνος ποὺ ἀνασταίνει τοὺς νεκρούς, καὶ νὰ γίνεις μὲ τὰ ἔργα σου παιδὶ ἐκείνου ποὺ ἐξ ἀρχῆς εἶναι δολοφόνος τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδὴ δὲ ὁ φόνος ἔχει ὡς ἀφορμὴ τὸ κτύπημα, τοῦτο δὲ τὸ μάλωμα, καὶ τοῦτο τὸ θυμό, ὁ δὲ θυμὸς ἔρχεται ἐξ ἀφορμῆς τῆς ζημίας ἢ τοῦ κτυπήματος ἢ τῆς βρισιᾶς ποὺ ἄλλοι μᾶς κάνουν, γι᾿ αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστὸς ἐκεῖνον ποὺ σοῦ παίρνει τὸ πανωφόρι, μὴν ἐμποδίσεις νὰ σοῦ πάρει καὶ τὸ χιτώνα σου καὶ μὴν ἀποκριθεῖς μὲ βρισιὲς σὲ ἐκεῖνον ποὺ σὲ βρίζει. Γιατὶ μὲ τὸν τρόπο τοῦτο, καὶ τὸν ἑαυτό σου καὶ ἐκεῖνον ποὺ σοῦ κάνει κακὸ θὰ γλιτώσεις ἀπὸ τὸ φοβερὸ κακὸ τοῦ φόνου. Σὺ λοιπόν, (κάνοντας ἔτσι), θὰ πετύχεις τὴ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν σου ποὺ ἔχεις ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ εἶπε: «δίδετε συγχώρεση (σὲ ὅσους σας φταίουν) καὶ θὰ συγχωρεθοῦν καὶ οἱ δικές σας ἁμαρτίες». Ἐκεῖνος δὲ ποὺ κακολογεῖ καὶ κακοποιεῖ τοὺς ἄλλους, (αὐτός) θὰ δώσει λόγο καὶ θὰ τιμωρηθεῖ μὲ αἰώνια τιμωρία. Γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶπε: «αὐτὸς ποὺ θὰ πεῖ τὸν ἀδερφὸ τοῦ «μωρέ», εἶναι ἄξιος νὰ ριχτεῖ στὴ γέενα τοῦ πυρός». Ἂν λοιπὸν κατορθώσεις νὰ ξεριζώσεις τὸ κακὸ (ἀπὸ μέσα σου) καὶ νὰ χαρίσεις στὴν ψυχή σου τὴ μακαριώτητα τῆς πραότητος, δόξασε τὸν Χριστὸ ποὺ εἶναι ὁ διδάσκαλος καὶ ὁ συνεργὸς τῶν ἀρετῶν, χωρὶς τὸν Ὁποῖον, ὅπως ἔμαθες, δὲν μποροῦμε τίποτα καλὸ νὰ κάνουμε. Ἂν πάλι δὲν μπορέσεις νὰ μείνεις πράος (καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν θυμό), νὰ κατηγορεῖς τὸν ἑαυτό σου ποὺ θυμώνει, καὶ νὰ μετανοιώνεις μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ μπροστὰ στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἴτε τοῦ μίλησες ἄσχημα, εἴτε τοῦ ἔκανες κακό. Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ μετανιώνει ὅταν ἡ ἁμαρτία τοῦ βρίσκεται στὰ πρῶτα βήματα, αὐτὸς δὲν φτάνει στὸ τελευταῖο σκαλοπάτι, (ἀντιθέτως δέ) ὅποιος μὲ ἀδιαφορία (καὶ ἀναισθησία) ἀντιμετωπίζει τὶς μικρὲς πτώσεις, αὐτὸς γι᾿ αὐτὲς θὰ πέσει καὶ στὶς μεγαλύτερες.

9. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ.

Νὰ μὴν συκοφαντήσεις, γιὰ νὰ μὴν ἐξομοιωθεῖς μ᾿ ἐκεῖνον ποὺ παλιὰ (στὴν ἀρχὴ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς) ἐσυκοφάντησε στὴν Εὔα τὸν Θεό, καὶ γίνεις καταραμένος ὅπως ἐκεῖνος. Ἀλλὰ μᾶλλον πρέπει, ἂν τοῦτο δὲν θὰ κάνει κακὸ στοὺς πολλούς, νὰ σκεπάζεις τὰ κακὰ τοῦ διπλανοῦ σου (ποὺ μοιάζουν μὲ πτῶμα), γιὰ νὰ μοιάσεις ὄχι τοῦ Χάμ, ἀλλὰ τοῦ Σὴμ καὶ τοῦ Ἰάφεθ, καὶ νὰ κερδίσεις τὴν εὐλογία.

10. Οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι.

Νὰ μὴν (ἐπιθυμήσεις νὰ ἁρπάξεις) τίποτα ξένο, ποὺ ἀνήκει στὸν διπλανό σου. Οὔτε κτῆμα, οὔτε χρῆμα, οὔτε δόξα, οὔτε τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀνήκουν στὸν πλησίον σου. Γιατὶ ἡ ἐπιθυμία (τῶν ξένων πραγμάτων) ἀφοῦ γεννηθεῖ στὴν ψυχή, γεννάει ἁμαρτία. Ἡ δὲ ἁμαρτία ἁμα γίνει, φέρνει τὸν θάνατο. Σὺ δέ, ὅταν θὰ μένεις ξένος πρὸς τὴν ἐπιθυμία τῶν πραγμάτων τοῦ ἄλλου, θὰ κατορθώσεις νὰ μείνεις μακρυὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἁρπαγή, ποὺ ἔχει σὰν αἴτιο τὴν πλεονεξία. Σὺ μάλιστα πρέπει (ὄχι μόνο νὰ μὴν βάζεις στὸ μάτι τοῦ διπλανοῦ σου τὰ καλά, ἀλλά) καὶ ἀπὸ τὰ δικά σου νὰ δίνεις σὲ αὐτὸν ποὺ ζητᾶ, καὶ νὰ ἐλεεῖς, ὅσο μπορεῖς, αὐτὸν ποὺ ἔχει τὴν ἀνάγκη σου, καὶ νὰ μὴν διώξεις αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητάει δανεικά. Καὶ ἂν βρεῖς κάτι ποὺ χάθηκε, νὰ τὸ δώσεις στὸν κύριό του, ἔστω κι ἂν αὐτὸς εἶναι ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους σου ἐχθρούς. Γιατὶ μὲ τὸν τρόπο τοῦτο καὶ θὰ ἀγαπήσετε, καὶ θὰ νικήσεις ἐσὺ τὸ κακὸ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ καλοῦ, ὅπως ὁ Χριστὸς σὲ διατάζει.

===

Ὅταν λοιπὸν ὅλα αὐτὰ ἐσὺ τὰ ἐκτελεῖς μὲ ὅλη σου τὴν δύναμη καὶ ζεῖς μέσα στὴν ἀτμόσφαιρά τους, τότε μέσα στὴν ψυχή σου θὰ ἀποκτήσεις (σὰν μεγάλο ἀπόκτημα) τὸν θησαυρὸ τῆς εὐσέβειας, καὶ θὰ εὐαρεστήσεις στὸν Θεὸ καὶ θὰ εὐεργετηθεῖς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ γίνεις κληρονόμος τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα εἴθε ὅλοι νὰ τὰ κερδίσουμε, μὲ τὴν χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση (λατρευτική) μαζὶ μὲ τὸ ἄναρχό του Πατέρα καὶ τὸ Πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες, Ἀμήν.

Ἑτέρα συνοπτικὴ ἑρμηνεία – συμπλήρωσις τοῦ Νόμου

ὑπὸ Ἀναστασίου Σωτηροπούλου, Βλατάδων 1 Θεσσαλονίκη

Μετὰ τὸ Προπατορικὸν Ἁμάρτημα οἱ Πρωτόπλαστοι δὲν μετενόησαν γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐξεδιώχθησαν ἀπὸ τὸν Παράδεισον. (Σημείωσις: Προπατορικὸ Ἁμάρτημα ἦταν ἡ παρακοὴ τῶν Πρωτοπλάστων στὴν Ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ νὰ μὴ φάγουν ἀπὸ τὸν καρπὸ ἑνὸς ὡρισμένου δένδρου. Παρασυρθέντες ὅμως ἀπὸ τὸν Διάβολον δὲν ὑπήκουσαν).

Ἀπομακρυσμένοι πλέον ἀπὸ τὸν Θεὸ οἱ ἄνθρωποι ἔπεσαν σὲ διάφορες Εἰδωλολατρεῖες. Μόνον ὁ Ἑβραϊκὸς λαὸς ἐγνώριζε τὸν Ἀληθινὸν Θεό. Συχνὰ ὅμως καὶ οἱ Ἑβραῖοι ξέφευγαν σὲ Εἰδωλολατρεία, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐτιμωροῦντο, μεταξὺ ἄλλων ἔγιναν δοῦλοι στοὺς Αἰγυπτίους. Ἀργότερα ὁ Μωυσῆς κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ τοὺς ἐξήγαγε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον πρὸς τὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Κατεσκήνωσαν στὴν ἔρημὂ τοῦ Ὄρους Σινᾶ ὅπου μέσῳ τοῦ Μωυσέως παρέλαβον τὶς Δέκα Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Λατρεύοντες τὸν Θεὸ καὶ ἀγαπῶντες τὸν πλησίον ἐκπληρώνομεν τὸν Νόμον.

Ὁ Παράδεισος ὅμως ἦταν κλειστὸς γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, γι᾿ αὐτὸ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε στὴν Γῆ γιὰ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο, χωρὶς νὰ λείψη καὶ ἀπὸ τὸν Οὐρανό. Ἔλαβε σάρκα ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἐδίδαξε, ἐθαυματούργησε, σταυρώθηκε, ἔχυσε τὸ Πανάγιον Αἷμα Του γιὰ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἄνοιξε τὸν Παράδεισο γιὰ τοὺς πιστούς. Πρῶτος πολίτης τοῦ Παραδείσου ὁ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ μετανοήσας λῃστής. Τὴν τρίτη ἡμέρα ἀνεστήθη ὁ Κύριος. Σῴζονται ὅσοι βαπτισμένοι, μετανοημένοι μὲ πίστη καὶ ἐξομολογημένοι κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, τηροῦντες τὰς Ἐντολάς Του.

Τὶς Δέκα Ἐντολὲς τοῦ Μωυσέως (Παλαιὰ Διαθήκη) ὁ Χριστὸς δὲν τὶς κατήργησε. Τὶς συνεπλήρωσε στὴν Καινὴ Διαθήκη, ἤτοι:

ΕΝΤΟΛΗ 1η: «Ἐγὼ εἰμὶ Κύριος ὁ Θεός σου. δὲν ὑπάρχουν ἄλλοι Θεοὶ ἐκτὸς ἀπὸ μένα». Στὴν Καινὴ Διαθήκη μᾶς ἀπεκαλύφθη ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Τρισυπόστατος. Αὐτὴν τὴν Ἁγίαν Τριάδα -Πατέρα., Υἱόν, Ἅγιον Πνεῦμα- θὰ λατρεύουμε καὶ θὰ προσκυνοῦμε.

ΕΝΤΟΛΗ 2α: «Νὰ μὴ πέφτετε σὲ Εἰδωλολατρεία, λατρεύοντες διάφορα Εἴδωλα. Ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεός σας». Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ Χριστὸς κατονομάζει ὡς Εἰδωλολατρεία καὶ τὴν προοκόλλησίν μας εἰς τὸν Μαμωνᾶν (εἰς τὸ χρῆμα). Ἀλλὰ καὶ κάθε προσκόλλησις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν καρδιά του στὰ τῆς Γῆς εἶναι Εἰδωλολατρεία.

ΕΝΤΟΛΗ 3η: «Νὰ μὴ ὁρκίζεσαι χωρὶς λόγο στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ». Ὁ Κύριος συνεπλήρωσε ὅτι δὲν πρέπει νὰ ὁρκιζώμαστε καθόλου, ἀλλὰ νὰ λέμε τὸ ναὶ-ναὶ καὶ τὸ ὄχι-ὄχι.

ΕΝΤΟΛΗ 4η: «Νὰ θυμᾶσαι νὰ λατρεύῃς τὸν Θεό. Ἕξη ἡμέρες νὰ δουλεύῃς καὶ τὸ Σάββατο ν᾿ ἀναπαύεσαι καὶ νὰ λατρεύῃς τὸν Θεό». Ἀντικατεστάθη στὴν Καινὴ Διαθήκη τὸ Σάββατο μὲ τὴν Κυριακή, ἡμέραν Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.

ΕΝΤΟΛΗ 5η: «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου γιὰ νὰ ἔχῃς εὐλογία στὴν Γῆ αὐτή». Ὁ Κύριος ἐδίδαξε ν᾿ ἀγαποῦμε, νὰ σεβώμαστε τοὺς γονεῖς μας, νὰ τοὺς προστατεύουμε καὶ νὰ μὴ τοὺς κακολογοῦμε.

ΕΝΤΟΛΗ 6η: «Οὐ φονεύσεις». Ὁ Κύριος συνεπλήρωσε ὅτι καὶ ὅποιος ὀργίζεται κατὰ τῶν συνανθρώπων του χωρὶς πνευματικὸν λόγον (ἱερὰν ἀγανάκτησιν) εἶναι ἔνοχος. Ἐπίσης ὅποιος μισεῖ τὸν συνάνθρωπόν του εἶναι ἀνθρωποκτόνος (Α´ Ἰω. γ´ 15). Φόνος εἶναι καὶ ἡ ἔκτρωσις.

ΕΝΤΟΛΗ 7η: «Οὐ μοιχεύσεις». Ὁ Χριστὸς συνεπλήρωσε ὅτι καὶ τὸ νὰ κοιτάξῃ κανεὶς μὲ σαρκικὴ ἐπιθυμία, εἶναι μοιχεία. Ὅποιος δὲ ὑπανδρευθῇ χωρισμένη γυναῖκα γίνεται μοιχὸς (Ματθ. ε´ 31-32).

ΕΝΤΟΛΗ 8η: «Οὐ κλέψεις». Νὰ μὴ στερεῖτε τὸν ἄλλον ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἀνήκει. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ πλεονεξία εἶναι κλοπή. Ὁ Κύριος συνιστᾷ ὄχι μόνον νὰ μὴ κλέβουμε καὶ ἀδικοῦμε, ἀλλὰ νὰ εὐεργετοῦμε καὶ νὰ ἐλεοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας.

ΕΝΤΟΛΗ 9η: «Οὐ ψευδομαρτυρήσεις», ἤτοι νὰ μὴ δίνετε ψευδῆ μαρτυρίαν. Ὁ Χριστὸς ἀπαγορεύει τὴν ψεύτικη δι᾿ ὅρκου μαρτυρίαν. Ἀπαγορεύει μάλιστα ἐντελῶς κάθε ὅρκο.

ΕΝΤΟΛΗ 10η: «Νὰ μὴ ἐπιθυμοῦμε τ᾿ ἀγαθὰ τοῦ πλησίον μας». Σύμφωνα μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ζῶντες ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ, δὲν πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε, νὰ λαχταροῦμε, οὔτε νὰ φθονοῦμε τὰ ἀγαθὰ τοῦ πλησίον μας.

Ἡ ὅλη Διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ στηρίζεται στὴν ἀγάπη, ἐν Ὀρθοδόξῳ ὅμως Χριστιανικῇ Πίστει καὶ μακρὰν ἀπὸ κάθε εἴδους πλάνην, μακρὰν ἀπὸ κάθε εἴδους θρηοκευτικὴν παραπλάνησιν μὲ ψευτοένδυμα Χριστοῦ. «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας», εἶπεν ὁ Κύριος, «εὔχεσθε στὸν Θεὸ γι᾿ αὐτοὺς ποῦ σᾶς καταρῶνται, εὐεργετεῖτε ὅσους σᾶς μισοῦν, προσεύχεσθε στὸν Θεὸ γιὰ ὅσους σᾶς περιφρονοῦν, γιὰ νὰ γίνετε τέκνα τοῦ ἐν Οὐρανοῖς Πατρός σας ὁ ὁποῖος ἀνατέλλει τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. ε´ 44-45).

 

Πηγή